mihanitouxronou.gr
Το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου του 1985, ο 20χρονος Τζέιμς Βανς και ο 18χρονος Ρέιμοντ Μπέλναπ είχαν κλειδωθεί στο δωμάτιο του τελευταίου.
Ήταν ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα για τους νεαρούς: έπιναν μπύρες και κάπνιζαν μαριχουάνα,
ενώ έπαιζαν οι αγαπημένοι τους δίσκοι.
Εκείνο το βράδυ άκουγαν το άλμπουμ “Stained Class” του συγκροτήματος Judas Priest.
Οι νεαροί συζητούσαν χαλαρά, ενώ απολάμβαναν τη μουσική του κομματιού “Better by You, Better than Me”.
Ξαφνικα φάνηκαν να αναστατώνονται.
Άρπαξαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους και άρχισαν να σπάνε τα πάντα μέσα στο δωμάτιο.
Το μόνο που έμεινε όρθιο ήταν το πικάπ με τον δίσκο των Judas Priest.
Όταν ξεθύμανε η οργή τους, βγήκαν απ’ το δωμάτιο και κατευθύνθηκαν προς το αυτοκίνητο.
Μαζί τους είχαν και μία καραμπίνα που έκρυβε ο πατριός του Μπέλναπ σε ένα ντουλάπι του σπιτιού.
Οδήγησαν μέχρι την τοπική παιδική χαρά, που ήταν τελείως έρημη αργά το βράδυ.
Ο Μπέλναπ έκατσε σε ένα παγκάκι, έβαλε την καραμπίνα κάτω απ’ το σαγόνι του και χωρίς πολλά λόγια, τράβηξε την σκανδάλη.
Ο Βανς ατάραχος, πήρε στα χέρια του το όπλο που είχε καλυφθεί με το αίμα του φίλου, το τοποθέτησε στο ίδιο σημείο και πυροβόλησε.
Η σφαίρα διέλυσε το πρόσωπό του, αλλά για κάποιο λόγο απέφυγε τον εγκέφαλό του.
Οι δύο νέοι είχαν συμφωνήσει να αυτοκτονήσουν μαζί, αλλά ο 20χρονος Τζέιμς Βανς επέζησε.
Αριστερά ο Ρέιμοντ Μπέλναπ. Δεξικά ο Τζέιμς Βανς
Μετά από 14ο ώρες εγχειρήσεων, ο Βανς μπορούσε να αναπνεύσει και να φάει.
Όμως το πρόσωπό του θα τρόμαζε μικρά παιδιά μέχρι το τέλος της ζωής του, τρία χρόνια αργότερα.
Πριν πεθάνει όμως, συνέταξε μια επιστολή προς τη μητέρα του φίλου του, που έγραφε:
“Πιστεύω ότι το αλκοόλ και η heavy metal μουσική, όπως οι Judas Priest, μας υπνώτισαν και θεωρήσαμε ότι η απάντηση στη ζωή είναι ο θάνατος”.
Τα υποσυνείδητα μηνύματα
O Τζέιμς Βανς πίστευε ότι ο δίσκος των Judas Priest περιείχε ηχογραφημένα υποσυνείδητα μηνύματα, που έπεισαν τον ίδιο και τον Ρέιμοντ Μπέλναπ να αυτοκτονήσουν, χωρίς να το επιθυμούν πραγματικά.
“Ήταν λες και πατήσαμε το κουμπί της αυτοκαταστροφής,” δήλωσε σε συνέντευξή του, “Σαν να είχαμε προγραμματιστεί. Ήξερα ότι θα το έκανα. Φοβόμουν. Δεν ήθελα να πεθάνω. Αλλά θα το έκανα σαν να μην είχα άλλη επιλογή”.
Την πεποίθηση του Τζέιμς Βανς μοιράζονταν οι γονείς του και η οικογένεια του Μπέλναπ.
Μάλιστα, ήταν τόσο σίγουροι πως οι Judas Priest ήθελαν να “σκοτώσουν” τα παιδιά τους, που πήγαν σε δικηγόρο, για να διερευνήσουν αν μπορούσαν να τους κάνουν μήνυση.
Ο δικηγόρος επιβεβαίωσε ότι είχαν το δικαίωμα και τους βοήθησε να βρουν κάποια απ’ τα υποσυνείδητα μηνύματα που είχε κρύψει το συγκρότημα στα τραγούδια τους.
Όταν έπαιξαν ανάποδα το κομμάτι “Better by You, Better than Me” που άκουγαν οι νεαροί λίγο πριν πάρουν τη μεγάλη απόφαση, βρήκαν το μήνυμα: “Do it”.
Σε άλλα άκουσαν τις φράσεις “Let’s be dead”, “Sing my evil spirit”, ακόμα και “F*** the Lord”.
Το άλμπουμ των Judas Priest, «Stained Class»
Όταν οι Judas Priest ειδοποιήθηκαν για τη μήνυση, αρνήθηκαν κάθε κατηγορία.
Ο μάνατζερ Μπιλ Κούμπιρσλι δήλωσε χαρακτηριστικά: “Αν κάναμε κάτι τέτοιο, θα έλεγα “Αγοράστε εφτά αντίτυπα”, δεν θα έλεγα σε δυο προβληματικά παιδιά να αυτοκτονήσουν”.
Για να δείξουν πόσο εύκολο ήταν να βρει κανείς “υποσυνείδητα” μηνύματα, όταν έπαιζε ανάποδα μουσικά κομμάτια, το συγκρότημα έκανε τη δική του έρευνα και κατέληξε με τις εξής φράσεις: “Hey ma, my chair is broken”, “Give me a peppermint” και “Help me keep a job”.
Αυτές τις φράσεις χρησιμοποιήσαν ως αποδεικτικά στοιχεία και στο δικαστήριο για να αποδείξουν ότι τα μηνύματα δεν στόχευαν στο θάνατο των ακροατών.
Η δίκη
To 1986, o Όζι Όσμπουρν κατηγορήθηκε ότι ώθησε έναν νέο να αυτοκτονήσει, με το τραγούδι “Suicide Solution”.
Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια, αλλά ο Όσμπουρν αθωώθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι οι στίχοι των τραγουδιών καλύπτονται από το δικαίωμα του ελεύθερου λόγου.
Όμως, ο δικαστής που εκδίκασε την υπόθεση των Judas Priest, Τζέρι Γουάιτχεντ, κατέληξε ότι το δικαίωμα αυτό δεν ίσχυε στην δική τους περίπτωση, γιατί τα υποσυνείδητα μηνύματα δεν αποτελούν κανονικό μέρος του λόγου.
Έτσι, το καλοκαίρι του 1990, πέντε χρόνια μετά το τραγικό γεγονός, οι Judas Priest εμφανίστηκαν στο
Ο τραγουδιστής των Judas Priest, Ρομπ Χάλφορντ, καταθέτει στο δικαστήριο
δικαστήριο του Ρένο, Νεβάδα.
Στόχος τους ήταν να αποδείξουν ότι οι νεαροί αντιμετώπιζαν ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα που τους ώθησαν στην αυτοκτονία, χωρίς να παίξει κάποιο ρόλο το οποιοδήποτε “υποσυνείδητο” μήνυμα στη μουσική του συγκροτήματος.
Δεν ήταν δύσκολο να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους, καθώς και ο Βανς και ο Μπέλναπ είχαν μπλεχτεί σε αμέτρητους μπελάδες όσο ζούσαν.
Ο Βανς είχε προσπάθησει να το σκάσει απ’ το σπίτι του 13 φορές.
Ο πατριός του ήταν αλκοολικός στο παρελθόν και συνήθιζε να τον κακοποιεί.
Ο νεαρός είχε παρατήσει το σχολείο, δεν μπορούσε να βρει δουλειά και δεν είχε χρήματα να συντηρήσει τον εαυτό του.
Πάθαινε κρίσεις οργής και είχε προσπαθήσει να πνίξει την μητέρα του, όταν ήταν μικρότερος.
Η μητέρα του, Φίλις, χρησιμοποίησε τις λέξεις “αντιπαθητικός” και “αλήτης” για να περιγράψει τον γιο της σε κατάθεσή της.
Ο Μπέλναπ ήταν εξαιρετικά βίαιος, ειδικά προς τα ζώα.
Είχε σκοτώσει γάτες και σκυλιά με αεροβόλα, είχε συλληφθεί πολλές φορές για καυγάδες και είχε παρατήσει και αυτός το σχολείο.
Και οι δύο έπιναν αλκοόλ και έκαναν συχνή χρήση ναρκωτικών, από μαριχουάνα μέχρι και ηρωίνη.
Η δίκη έληξε μετά από έξι εβδομάδες.
Ο δικαστής Τζέρι Γουάιτχεντ κατέληξε ότι η μουσική των Judas Priest πράγματι περιείχε υποσυνείδητα μηνύματα, τα οποία όμως είναι αδύνατον να γίνουν αντιληπτά απ’ την ανθρώπινη ακοή χωρίς την ειδική τεχνολογία.
Επομένως, θεώρησε ότι οι δύο νέοι οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία λόγω των προσωπικών τους προβλημάτων και όχι εξαιτίας της μουσικής.
Το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου του 1985, ο 20χρονος Τζέιμς Βανς και ο 18χρονος Ρέιμοντ Μπέλναπ είχαν κλειδωθεί στο δωμάτιο του τελευταίου.
Ήταν ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα για τους νεαρούς: έπιναν μπύρες και κάπνιζαν μαριχουάνα,
ενώ έπαιζαν οι αγαπημένοι τους δίσκοι.
Εκείνο το βράδυ άκουγαν το άλμπουμ “Stained Class” του συγκροτήματος Judas Priest.
Οι νεαροί συζητούσαν χαλαρά, ενώ απολάμβαναν τη μουσική του κομματιού “Better by You, Better than Me”.
Ξαφνικα φάνηκαν να αναστατώνονται.
Άρπαξαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους και άρχισαν να σπάνε τα πάντα μέσα στο δωμάτιο.
Το μόνο που έμεινε όρθιο ήταν το πικάπ με τον δίσκο των Judas Priest.
Όταν ξεθύμανε η οργή τους, βγήκαν απ’ το δωμάτιο και κατευθύνθηκαν προς το αυτοκίνητο.
Μαζί τους είχαν και μία καραμπίνα που έκρυβε ο πατριός του Μπέλναπ σε ένα ντουλάπι του σπιτιού.
Οδήγησαν μέχρι την τοπική παιδική χαρά, που ήταν τελείως έρημη αργά το βράδυ.
Ο Μπέλναπ έκατσε σε ένα παγκάκι, έβαλε την καραμπίνα κάτω απ’ το σαγόνι του και χωρίς πολλά λόγια, τράβηξε την σκανδάλη.
Ο Βανς ατάραχος, πήρε στα χέρια του το όπλο που είχε καλυφθεί με το αίμα του φίλου, το τοποθέτησε στο ίδιο σημείο και πυροβόλησε.
Η σφαίρα διέλυσε το πρόσωπό του, αλλά για κάποιο λόγο απέφυγε τον εγκέφαλό του.
Οι δύο νέοι είχαν συμφωνήσει να αυτοκτονήσουν μαζί, αλλά ο 20χρονος Τζέιμς Βανς επέζησε.
Αριστερά ο Ρέιμοντ Μπέλναπ. Δεξικά ο Τζέιμς Βανς
Μετά από 14ο ώρες εγχειρήσεων, ο Βανς μπορούσε να αναπνεύσει και να φάει.
Όμως το πρόσωπό του θα τρόμαζε μικρά παιδιά μέχρι το τέλος της ζωής του, τρία χρόνια αργότερα.
Πριν πεθάνει όμως, συνέταξε μια επιστολή προς τη μητέρα του φίλου του, που έγραφε:
“Πιστεύω ότι το αλκοόλ και η heavy metal μουσική, όπως οι Judas Priest, μας υπνώτισαν και θεωρήσαμε ότι η απάντηση στη ζωή είναι ο θάνατος”.
Τα υποσυνείδητα μηνύματα
O Τζέιμς Βανς πίστευε ότι ο δίσκος των Judas Priest περιείχε ηχογραφημένα υποσυνείδητα μηνύματα, που έπεισαν τον ίδιο και τον Ρέιμοντ Μπέλναπ να αυτοκτονήσουν, χωρίς να το επιθυμούν πραγματικά.
“Ήταν λες και πατήσαμε το κουμπί της αυτοκαταστροφής,” δήλωσε σε συνέντευξή του, “Σαν να είχαμε προγραμματιστεί. Ήξερα ότι θα το έκανα. Φοβόμουν. Δεν ήθελα να πεθάνω. Αλλά θα το έκανα σαν να μην είχα άλλη επιλογή”.
Την πεποίθηση του Τζέιμς Βανς μοιράζονταν οι γονείς του και η οικογένεια του Μπέλναπ.
Μάλιστα, ήταν τόσο σίγουροι πως οι Judas Priest ήθελαν να “σκοτώσουν” τα παιδιά τους, που πήγαν σε δικηγόρο, για να διερευνήσουν αν μπορούσαν να τους κάνουν μήνυση.
Ο δικηγόρος επιβεβαίωσε ότι είχαν το δικαίωμα και τους βοήθησε να βρουν κάποια απ’ τα υποσυνείδητα μηνύματα που είχε κρύψει το συγκρότημα στα τραγούδια τους.
Όταν έπαιξαν ανάποδα το κομμάτι “Better by You, Better than Me” που άκουγαν οι νεαροί λίγο πριν πάρουν τη μεγάλη απόφαση, βρήκαν το μήνυμα: “Do it”.
Σε άλλα άκουσαν τις φράσεις “Let’s be dead”, “Sing my evil spirit”, ακόμα και “F*** the Lord”.
Το άλμπουμ των Judas Priest, «Stained Class»
Όταν οι Judas Priest ειδοποιήθηκαν για τη μήνυση, αρνήθηκαν κάθε κατηγορία.
Ο μάνατζερ Μπιλ Κούμπιρσλι δήλωσε χαρακτηριστικά: “Αν κάναμε κάτι τέτοιο, θα έλεγα “Αγοράστε εφτά αντίτυπα”, δεν θα έλεγα σε δυο προβληματικά παιδιά να αυτοκτονήσουν”.
Για να δείξουν πόσο εύκολο ήταν να βρει κανείς “υποσυνείδητα” μηνύματα, όταν έπαιζε ανάποδα μουσικά κομμάτια, το συγκρότημα έκανε τη δική του έρευνα και κατέληξε με τις εξής φράσεις: “Hey ma, my chair is broken”, “Give me a peppermint” και “Help me keep a job”.
Αυτές τις φράσεις χρησιμοποιήσαν ως αποδεικτικά στοιχεία και στο δικαστήριο για να αποδείξουν ότι τα μηνύματα δεν στόχευαν στο θάνατο των ακροατών.
Η δίκη
To 1986, o Όζι Όσμπουρν κατηγορήθηκε ότι ώθησε έναν νέο να αυτοκτονήσει, με το τραγούδι “Suicide Solution”.
Η υπόθεση κατέληξε στα δικαστήρια, αλλά ο Όσμπουρν αθωώθηκε γιατί θεωρήθηκε ότι οι στίχοι των τραγουδιών καλύπτονται από το δικαίωμα του ελεύθερου λόγου.
Όμως, ο δικαστής που εκδίκασε την υπόθεση των Judas Priest, Τζέρι Γουάιτχεντ, κατέληξε ότι το δικαίωμα αυτό δεν ίσχυε στην δική τους περίπτωση, γιατί τα υποσυνείδητα μηνύματα δεν αποτελούν κανονικό μέρος του λόγου.
Έτσι, το καλοκαίρι του 1990, πέντε χρόνια μετά το τραγικό γεγονός, οι Judas Priest εμφανίστηκαν στο
Ο τραγουδιστής των Judas Priest, Ρομπ Χάλφορντ, καταθέτει στο δικαστήριο
δικαστήριο του Ρένο, Νεβάδα.
Στόχος τους ήταν να αποδείξουν ότι οι νεαροί αντιμετώπιζαν ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα που τους ώθησαν στην αυτοκτονία, χωρίς να παίξει κάποιο ρόλο το οποιοδήποτε “υποσυνείδητο” μήνυμα στη μουσική του συγκροτήματος.
Δεν ήταν δύσκολο να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους, καθώς και ο Βανς και ο Μπέλναπ είχαν μπλεχτεί σε αμέτρητους μπελάδες όσο ζούσαν.
Ο Βανς είχε προσπάθησει να το σκάσει απ’ το σπίτι του 13 φορές.
Ο πατριός του ήταν αλκοολικός στο παρελθόν και συνήθιζε να τον κακοποιεί.
Ο νεαρός είχε παρατήσει το σχολείο, δεν μπορούσε να βρει δουλειά και δεν είχε χρήματα να συντηρήσει τον εαυτό του.
Πάθαινε κρίσεις οργής και είχε προσπαθήσει να πνίξει την μητέρα του, όταν ήταν μικρότερος.
Η μητέρα του, Φίλις, χρησιμοποίησε τις λέξεις “αντιπαθητικός” και “αλήτης” για να περιγράψει τον γιο της σε κατάθεσή της.
Ο Μπέλναπ ήταν εξαιρετικά βίαιος, ειδικά προς τα ζώα.
Είχε σκοτώσει γάτες και σκυλιά με αεροβόλα, είχε συλληφθεί πολλές φορές για καυγάδες και είχε παρατήσει και αυτός το σχολείο.
Και οι δύο έπιναν αλκοόλ και έκαναν συχνή χρήση ναρκωτικών, από μαριχουάνα μέχρι και ηρωίνη.
Η δίκη έληξε μετά από έξι εβδομάδες.
Ο δικαστής Τζέρι Γουάιτχεντ κατέληξε ότι η μουσική των Judas Priest πράγματι περιείχε υποσυνείδητα μηνύματα, τα οποία όμως είναι αδύνατον να γίνουν αντιληπτά απ’ την ανθρώπινη ακοή χωρίς την ειδική τεχνολογία.
Επομένως, θεώρησε ότι οι δύο νέοι οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία λόγω των προσωπικών τους προβλημάτων και όχι εξαιτίας της μουσικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου